Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε πρόσφατα ένα σχέδιο ειρήνης και ανασυγκρότησης για τη Γάζα, το οποίο περιλαμβάνει είκοσι σημεία και άξονες, φιλοδοξώντας να τερματίσει τον μαινόμενο εδώ και δυο χρόνια καταστροφικό πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας. Το σχέδιο, που ανακοινώθηκε στην Ουάσιγκτον δίπλα στον Πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου, συνοδευόμενο από έντονη ρητορική, με την οποία ο Αμερικανός πρόεδρος έδωσε στη Χαμάς μόλις «τρεις με τέσσερις ημέρες» για να αποφασίσει, προειδοποιώντας ότι σε περίπτωση απόρριψης θα «πληρώσει στην κόλαση».
Η πρόταση περιλαμβάνει τερματισμό των εχθροπραξιών, σταδιακή αποχώρηση του ισραηλινού στρατού, απελευθέρωση ομήρων από τη Χαμάς και ανταλλαγή με περίπου 2,000 Παλαιστίνιους κρατουμένους, καθώς και άμεση εισροή ανθρωπιστικής βοήθειας. Για τη μεταπολεμική διακυβέρνηση της Γάζας προβλέπεται η δημιουργία μιας τεχνοκρατικής επιτροπής, υπό την εποπτεία του διεθνούς «BoardofPeace», με πρόεδρο τον ίδιο τον Τραμπ και πιθανή συμμετοχή του Τόνι Μπλερ. Στον τομέα της ασφάλειας, το σχέδιο εισάγει μια Διεθνή Δύναμη Σταθεροποίησης, με στρατεύματα από αραβικές ή μουσουλμανικές χώρες, που θα εκπαιδεύσουν την τοπική αστυνομία και θα επιβλέψουν την αποστρατιωτικοποίηση της Γάζας.
Η δυναμική του σχεδίου είναι αξιοσημείωτη. Έχει λάβει την υποστήριξη σημαντικών αραβικών και ισλαμικών χωρών, μεταξύ των οποίων η Ιορδανία, η Αίγυπτος, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία, αλλά και δυτικών συμμάχων όπως η Γερμανία και η Γαλλία. Το Ισραήλ επίσης το αποδέχθηκε κατ’ αρχήν, αν και με διαφορετικές ερμηνείες ως προς τα επίμαχα ζητήματα.
Ωστόσο, το σχέδιο έχει και σοβαρές αδυναμίες. Πρώτον, η έλλειψη λεπτομερειών αφήνει ανοιχτά κρίσιμα ζητήματα, όπως τα ακριβή χρονοδιαγράμματα αποχώρησης, ο μηχανισμός διακυβέρνησης και οι όροι για το παλαιστινιακό κράτος παραμένουν ασαφείς. Δεύτερον, η αναφορά στην «προοπτική παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης» είναι αρκετά αόριστη ώστε οι Άραβες να τη θεωρούν θετικό βήμα, ενώ ο Νετανιάχου να την απορρίπτει κατηγορηματικά. Τρίτον, το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό στο Ισραήλ αποτελεί εμπόδιο, με τους ακροδεξιούς εταίρους της κυβέρνησης να απειλούν με αποχώρηση, θεωρώντας το σχέδιο «επικίνδυνο». Από την άλλη πλευρά, η Χαμάς και οι σύμμαχοί της ήδη εκφράζουν επιφυλάξεις, χαρακτηρίζοντάς το μεροληπτικό υπέρ του Ισραήλ και πρακτικά ανεφάρμοστο.
Παρά τα προβλήματα, το Σχέδιο Τραμπ έχει και θετικά στοιχεία. Επικεντρώνεται στην άμεση ανθρωπιστική ανακούφιση, με δέσμευση για ανοικοδόμηση υποδομών, νοσοκομείων και κατοικιών, σε μια Γάζα που μετρά πάνω από 66,000 νεκρούς και βυθίζεται στον λιμό. Επιπλέον, σε αντίθεση με το απορριφθέν «Σχέδιο Ριβιέρα» του ίδιου προέδρου, δεν προβλέπει αναγκαστική μετακίνηση Παλαιστινίων, αλλά αντίθετα δεσμεύεται ότι «κανείς δεν θα αναγκαστεί να φύγει».
Γεωπολιτικά, το σχέδιο επιχειρεί να επαναφέρει τις Ηνωμένες Πολιτείες στον ρόλο του κεντρικού διαμεσολαβητή. Παράλληλα, δίνει στις αραβικές χώρες την ευκαιρία να επιδείξουν περιφερειακή ηγεσία και να αποφύγουν περαιτέρω αποσταθεροποίηση. Για το Ισραήλ, αποτελεί ευκαιρία να εμφανιστεί ότι πετυχαίνει στρατηγικούς στόχους, αλλά και κίνδυνο για τον ίδιο τον Νετανιάχου που μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με εσωτερική πολιτική κρίση.
Εν κατακλείδι, το Σχέδιο Τραμπ για τη Γάζα είναι μια τολμηρή αλλά αβέβαιη πρωτοβουλία. Αντιπροσωπεύει περισσότερο ένα πλαίσιο για περαιτέρω διαπραγματεύσεις παρά μια ολοκληρωμένη συμφωνία ειρήνης. Το μέλλον του θα εξαρτηθεί από το αν η Χαμάς μπορεί να πιεστεί να κάνει έστω μερικές παραχωρήσεις και αν ο Νετανιάχου είναι διατεθειμένος να αντέξει το πολιτικό κόστος στο εσωτερικό. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα κρίσιμο σημείο καμπής – ίσως την καλύτερη ευκαιρία για κατάπαυση του πυρός – αλλά και μια υπενθύμιση ότι η ειρήνη στη Μέση Ανατολή παραμένει μακρινός στόχος.